Μέσα στη σιγαλιά της νύχτας, εκεί που ο περισσότερος κόσμος κοιμάται ήσυχα, ο Τριαντάφυλλος έζησε μια στιγμή αγωνίας που κανείς δεν θα ήθελε να βρεθεί. Ήταν μόνος στο σπίτι του, όταν ο συναγερμός ήχησε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγα λεπτά. Δεν ήταν λάθος. Ήταν κανονικός συναγερμός κινδύνου.
Αμέσως έλεγξε τις κάμερες ασφαλείας. Εκεί, είδε δύο άνδρες να κινούνται ύποπτα γύρω από την ιδιοκτησία του. Και τότε ήρθε η ερώτηση – όχι στους αστυνομικούς, ούτε στους δικηγόρους. Στον κόσμο, στους ακόλουθούς του, σε εμάς:
«Αν κάνω κάτι σήμερα, αύριο θα με πουν δολοφόνο ή θα έρθετε να με υπερασπιστείτε;»
Ήταν μια ανάρτηση που δεν ζητούσε απλώς προσοχή, αλλά φώναζε την ανάγκη για ασφάλεια, για δικαίωση, για κατανόηση. Δεν ήταν απλώς ένας τραγουδιστής που τρόμαξε. Ήταν ένας άνθρωπος, μόνος στο σπίτι του, που ένιωσε ότι απειλείται. Και η επόμενη σκέψη του δεν ήταν το «τι να κάνω;», αλλά το «αν υπερασπιστώ τον εαυτό μου, θα με καταδικάσετε;».
Ο Τριαντάφυλλος δεν κρύφτηκε πίσω από νομικές δηλώσεις. Δεν έκανε ψύχραιμη καταγγελία. Έκανε κάτι πιο ανθρώπινο: άνοιξε την καρδιά του και μοιράστηκε τον φόβο του, την αγανάκτησή του, την απορία του. Γιατί στην Ελλάδα του 2025, φαίνεται πως η αυτοάμυνα έχει γίνει δίκοπο μαχαίρι.
Και κάπως έτσι, μια προσωπική στιγμή φόβου μετατράπηκε σε δημόσιο διάλογο: Ποια είναι τα όρια της αυτοπροστασίας; Τι κάνεις όταν είσαι μέσα στο σπίτι σου και νιώθεις απειλή; Και –το κυριότερο– αν αντιδράσεις, θα σταθεί κάποιος δίπλα σου ή θα σε «σταυρώσει» η κοινωνία και τα media;
