Σε ένα γραφικό χωριό, ζούσε ένας άντρας, ας τον πούμε Μπάμπη , γνωστός για την αφέλεια του. Για πολλά χρόνια, ο Γιάννης ταλαιπωρούνταν από ένα πρόβλημα με το «εργαλείο» του, που τον έκανε να νιώθει άβολα και δυστυχισμένος.
Αποφασισμένος να βρει λύση, κατέβηκε στην πόλη για να επισκεφτεί έναν διάσημο γιατρό. Μετά από εξονυχιστική εξέταση, ο γιατρός του έδωσε μια συνταγή για ένα θαυματουργό χάπι, λέγοντας του:
«Πάρε ένα χάπι κάθε τέσσερις μέρες και θα δεις άμεση βελτίωση.»
Ο Γιάννης, όντας λίγο χαζούλης, παρερμήνευσε τις οδηγίες του γιατρού. Αντί να παίρνει ένα χάπι κάθε 4 μέρες, νόμιζε ότι έπρεπε να παίρνει 4 χάπια κάθε μέρα!
Αυτό, φυσικά, είχε δραματικές συνέπειες. Η υπερβολική δόση χαπιών έφερε εκρηκτικά αποτελέσματα, αφήνοντας τον Γιάννη με ανεξάντλητη ενέργεια και… ασταμάτητη όρεξη.
Η γυναίκα του, η Μαρία, ήταν η πρώτη που έπεσε θύμα της ακούραστης δραστηριότητας του Γιάννη. Μέσα σε τρεις μέρες, η Μαρία βρέθηκε εξαντλημένη στο νοσοκομείο, αδυνατώντας να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις του συζύγου της.
Σύντομα, η κυρα-Μαρία, η γειτόνισσα, έπεσε στην ίδια μοίρα. Ακολούθησαν η κυρα-Ελένη, η κυρα-Σούλα και σιγά σιγά, όλες οι γυναίκες του χωριού βρέθηκαν στο νοσοκομείο, αδυνατώντας να διαχειριστούν την αστείρευτη ενέργεια του Γιάννη.
Με όλες τις γυναίκες του χωριού εκτός μάχης, ο Γιάννης άρχισε να στρέφεται προς τους άντρες. Η τεράστια δόση χαπιών τον είχε κάνει ασταμάτητο, και κανένας άντρας δεν μπορούσε να του ξεφύγει.
Οι άντρες, καταλαβαίνοντας τι συνέβαινε, άρχισαν να τον φοβούνται. Μόλις τον έβλεπαν, έτρεχαν μακριά σαν σφαίρες, αφήνοντας τον Γιάννη μόνο και απογοητευμένο.
Ακόμα και ο αστυνόμος του χωριού, που προσπάθησε να τον πλησιάσει για να του κάνει σύσταση, παραλίγο να βρεθεί θύμα της αστείρευτης ενέργειας του Γιάννη.
Μετά από λίγες μέρες επισκέπτεται πάλι τον γιατρό και του λέει:
«Γιατρέ μου έχω σοβαρό πρόβλημα! Η ζωή μου έχει γίνει αφόρητη. Σε παρακαλώ βοήθησέ με».
«Γιατί δεν έκαναν δουλειά τα χαπάκια που σου έδωσα;» τον ρωτάει ο γιατρός.
«Ναι τα χαπάκια είναι πολύ καλά! Δεν έχω κανένα απολύτως παράπονο» του λέει.
«Ε τότε, τι θέλεις;»
«Θέλω να μου δώσεις κάτι για να τρέχω γρηγορότερα».